Αυστρία

Δημοκρατία της Αυστρίας
Republik Österreich

Σημαία

Εθνόσημο

 

Η θέση της Αυστρίας (σκούρο πράσινο)
-στην Ευρωπαϊκή ήπειρο (πράσινο και σκούρο γκρι)
-στην Ευρωπαϊκή Ένωση (πράσινο)

Πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη
Βιέννη

 

 

Η Δημοκρατία της Αυστρίας (γερμανικά: Republik Österreich) είναι μεσόγειο κράτος της Κεντρικής Ευρώπης και αποτελεί ομοσπονδία 9 κρατιδίων.

Η Αυστρία συνορεύει με το Λίχτενσταϊν και την Ελβετία δυτικά, την Ιταλία και τη Σλοβενία νότια, την Ουγγαρία και τη Σλοβακία ανατολικά, τη Γερμανία και την Τσεχία βόρεια. Είναι μια χώρα με πλούσια ιστορία και πολιτισμό.

Ονομασία

Στα γερμανικά Österreich σημαίνει «ανατολικό βασίλειο». Η λέξη πρωτοεμφανίζεται σε κείμενο του 996 μ.Χ. ως ostarrichi στην παλαιά άνω γερμανική διάλεκτο. Στη συνέχεια το όνομα μεταφέρθηκε στα λατινικά ως Austria. Η σημερινή ονομασία προήλθε μετά την πτώση της Αυστροουγγαρίας το 1918.

Ιστορία

Κατοικημένη από τους αρχαίους χρόνους, η περιοχή της σημερινής Αυστρίας κατοικούνταν την προ-Ρωμαϊκή εποχή από φυλές Κελτών. Το κέλτικο βασίλειο του Νόρικουμ κατακτήθηκε από την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και έγινε επαρχία του Ρωμαϊκού κράτους. Μετά την πτώση της Ρώμης, η περιοχή κατακτήθηκε από Βαυαρούς, Σλάβους και Αβάρους. Η σλαβική φυλή των Καραντάν μετοίκησε στις Άλπεις και ίδρυσε την Καραντανία, η οποία εκτείνονταν στο μεγαλύτερο τμήμα της σημερινής ανατολικής και κεντρικής Αυστρίας. Ο Καρλομάγνος επεκτάθηκε στην περιοχή το 788 μ.Χ. και προώθησε τον εποικισμό παράλληλα με τον προσηλυτισμό στο Χριστιανισμό. Ως τμήμα της ανατολικής Φρανκονίας, οι βασικές περιοχές της Αυστρίας ήταν υποτελείς στον οίκο της Βαδηβέργης. Η περιοχή γνωστή ως Μαρκία Οριεντάλις δόθηκε στην κυριότητα του Λεοπόλδου της Βαδηβέργης το 976.

Η πρώτη καταγραφή που αναφέρει την ονομασία της Αυστρίας είναι από το 996 και γραμμένη ως "Ostarrîchi", αναφερόμενη στην επικράτεια της Βαδηβέργης. Το 1156 η Αυστρία αναβαθμίστηκε σε δουκάτο, ενώ το 1192 επίσης το δουκάτο της Στυρίας ενσωματώθηκε στη Βαδηβέργη. Με το θάνατο του Φρεδερείκου Β΄ το 1246, ο οίκος της Βαδηβέργης δεν είχε απογόνους, με συνέπεια την αυθαίρετη απόκτηση [εκκρεμεί παραπομπή] της κυριότητας των δουκάτων της Αυστρίας, της Στυρίας και της Καρινθίας από τον Ότοκαρ Β΄ της Βοημίας. Η εξουσία του τελείωσε το 1278 με την ήττα του στο Ντρούκρουτ από τον Ροδόλφο Α΄ της Γερμανίας. Από τότε και μέχρι και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην Αυστρία κυριάρχησαν οι βασικοί ιστορικοί της ηγεμόνες, η δυναστεία των Αψβούργων.

Το 14ο και 15ο αιώνα, οι Αψβούργοι σταδιακά ενέταξαν διάφορες περιοχές στην κυριότητα του δουκάτου της Αυστρίας. Το 1438, ο δούκας Αλβέρτος Ε΄ της Αυστρίας επιλέχθηκε ως διάδοχος του πεθερού του αυτοκράτορα Σιγισμόνδου. Αν και ο Αλβέρτος κυβέρνησε μόνο για έναν χρόνο, από τότε και στη συνέχεια, κάθε αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ανήκε στον οίκο των Αψβούργων με μία μόνο εξαίρεση.

O θυρεός του αυτοκρατορικού οίκου των Αψβούργων το 1605

Η μάχη της Βιέννης το 1683 αναχαίτισε την προέλαση των Οθωμανών στην Ευρώπη

Οι Αψβούργοι επεκτάθηκαν και σε περιοχές που απείχαν αρκετά από τις κληρονομικές τους επαρχίες. Το 1477, ο αρχιδούκας Μαξιμιλιανός, μοναχογιός του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Γ΄, νυμφεύτηκε τη Μαρία της Βουργουνδίας και έτσι απέκτησε το μεγαλύτερο τμήμα των Κάτω Χωρών. Ο γιος του, Φίλιππος ο Δίκαιος, παντρεύτηκε την πριγκίπισσα της Καστίλλης και της Αραγονίας, προσθέτοντας έτσι την Ισπανία και τις κτήσεις της στην Ιταλία, την Αφρική και την Αμερική στον οίκο των Αψβούργων. Το 1526, μετά τη μάχη του Μοχάτς, η Βοημία και το ελεύθερο από τους Οθωμανούς τμήμα της Ουγγαρίας περιήλθε κάτω από τον έλεγχο της Αυστρίας. Η επέκταση των Οθωμανών στην Ουγγαρία οδήγησε σε συχνές διαμάχες και προστριβές ανάμεσα στις δύο αυτοκρατορίες, ειδικότερα στον επονομαζόμενο Μακρύ Πόλεμο μεταξύ του 1593 και 1606.

Κατά τη μακρά βασιλεία του Λεοπόλδου Α΄ (1657-1705) και μετά την επιτυχημένη άμυνα της Βιέννης το 1683 (κάτω από τις διαταγές του βασιλιά της Πολωνίας, Ιωάννη Σομπιέσκι Γ΄), μία σειρά από εκστρατείες έφερε όλη την Ουγγαρία κάτω από την κυριότητα της Αυστρίας με τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς το 1699. Ο αυτοκράτορας Κάρολος ΣΤ΄ επεδίωξε την ισχυροποίηση των κτήσεων και της αυτοκρατορίας του, ενώ προετοίμασε το έδαφος για τη διαδοχή του από την κόρη του Μαρία Θηρεσία. Παράλληλα με την άνοδο της Πρωσίας, ο δυισμός Αυστρίας και Πρωσίας βρήκε γόνιμο έδαφος στις περιοχές της Γερμανίας. Η Αυστρία συμμετείχε, μαζί με την Πρωσία και τη Ρωσία, στην πρώτη και την τρίτη από τις τρεις διασπάσεις της Πολωνίας, το 1772 και το 1795.

Η Αυστρία αργότερα μπήκε σε πόλεμο με την επαναστατική Γαλλία, αρχικά με πολλές αποτυχίες, ενώ οι διαδοχικές ήττες απέναντι στο Ναπολέοντα σηματοδότησαν και το τέλος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 1806. Δύο χρόνια νωρίτερα, το 1804, ιδρύθηκε η Αυτοκρατορία της Αυστρίας. Το 1814, η Αυστρία ήταν μέρος της συμμαχίας που κατέλαβε τη Γαλλία και έδωσε τέλος στους Ναπολεόντειους πολέμους. Έτσι, καθιερώθηκε με το Συνέδριο της Βιέννης το 1815 ως μία από τις τέσσερις κυρίαρχες δυνάμεις στην Ευρώπη. Τον ίδιο χρόνο, η Γερμανική Συνομοσπονδία ιδρύθηκε με την προεδρία της Αυστρίας, ενώ μέχρι το 1848 οι γερμανικές περιοχές διαταράσσονταν συνεχώς από κοινωνικές, πολιτικές και εθνικιστικές διαμάχες για τη δημιουργία μίας ενωμένης Γερμανίας. Αυτή η ιδέα θα ήταν δυνατή είτε ως μία Μεγάλη Γερμανία είτε ως μία Μεγάλη Αυστρία, αλλά και ως μία Γερμανική Συνομοσπονδία χωρίς τη συμμετοχή της Αυστρίας. Καθώς η Αυστρία δεν ήταν διατεθειμένη να παραχωρήσει τις γερμανόφωνες κτήσεις της σε ένα καθεστώς της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, το στέμμα της τελευταίας δόθηκε στο βασιλιά της Πρωσίας Φρειδερίκος Γουλιέλμος Δ΄. Το 1864, η Πρωσία και η Αυστρία πολέμησαν μαζί ενάντια στη Δανία και απελευθέρωσαν τα ανεξάρτητα δουκάτα του Σλέσβιχ και του Χόλσταϊν. Καθώς όμως δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σε μία λύση για τη διοίκηση των δουκάτων, πολέμησαν μεταξύ τους στον Αυστρο-πρωσικό πόλεμο του 1866. Μετά τη νίκη της Πρωσίας στη μάχη του Κόνιγκσγκρατς, η Αυστρία αποχώρησε από τη Γερμανική Συνομοσπονδία και δεν συμμετείχε πλέον στην πολιτική εξέλιξη της Γερμανίας.

Η συμφωνία εξίσωσης μεταξύ Αυστρίας και Ουγγαρίας το 1867, γνωστή και ως Αουγκλάιχ, καθιέρωσε τη διττή κυριαρχία της Αυστριακής Αυτοκρατορίας και του Βασιλείου της Ουγγαρίας, κάτω από την ηγεμονία του Φραγκίσκου Ιωσήφ Α΄. Η Αυστροουγγαρία κυβερνούσε έτσι τόσο τους κύριους λαούς της, αλλά και διάφορες σλαβόφωνες περιοχές και πληθυσμούς, όπως Κροάτες, Τσέχους, Πολωνούς, Ρώσους, Σέρβους, Σλοβάκους, Σλοβένους και Ουκρανούς, καθώς και μεγάλες κοινότητες Ιταλών και Ρουμάνων.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η διακυβέρνηση της Αυστροουγγαρίας να γίνει ιδιαίτερα δύσκολη σε μία εποχή ενισχυμένων εθνικιστικών τάσεων. Η Αυστρία προσπάθησε να προσαρμόσει κατά τον καλύτερο τρόπο την εξουσία της, με την κυβερνητική εφημερίδα των νόμων και κανονισμών να κυκλοφορεί σε οκτώ διαφορετικές γλώσσες, την καθιέρωση εκπαίδευσης για όλες τις εθνικές και γλωσσικές ομάδες της αυτοκρατορίας, αλλά και τη χρήση των διαφόρων γλωσσών στις τοπικές αρχές. Η κυβέρνηση της Ουγγαρίας, αντίθετα, προσπάθησε να προωθήσει τον ουγγρικό πολιτισμό στις άλλες εθνότητες.

Η δολοφονία του αρχιδούκα Φραγκίσκου Φερδινάνδου στο Σαράγεβο το 1914 από το μέλος της σερβικής εθνικιστικής οργάνωσης, Γκαβρίλο Πρίντσιπ, χρησιμοποιήθηκε από τους πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες της Αυστρίας και της Ουγγαρίας ως πίεση στον αυτοκράτορα για να κηρύξει πόλεμο στη Σερβία, προκαλώντας έτσι το ξεκίνημα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος οδήγησε στον τελικό διαμελισμό της Αυστροουγγαρίας. Κατά τον πόλεμο αυτό σκοτώθηκαν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο στρατιώτες από την αυτοκρατορία.

Στις 21 Οκτωβρίου του 1918, τα εκλεγμένα γερμανόφωνα μέλη της βουλής της αυτοκρατορικής Αυστρίας, Ράιχρατ, συναντήθηκαν στη Βιέννη ως εθνική συνέλευση για τη Γερμανική Αυστρία, και στις 30 του ίδιου μήνα ίδρυσαν το κράτος της Γερμανικής Αυστρίας με το διορισμό της κυβέρνησης, γνωστής ως Στάατσρατ. Η νέα αυτή κυβέρνηση κάλεσε τον αυτοκράτορα να συμμετέχει στη συμφωνία ανακωχής με την Ιταλία, αν και παραχώρησε τελικά την ευθύνη για το τέλος του πολέμου στον αυτοκράτορα και τη δικιά του κυβέρνηση. Στις 11 Νοεμβρίου, ο αυτοκράτορας, με τη συμβουλή υπουργών της νέας και της παλιάς κυβέρνησης, δήλωσε την παραίτησή του από τις κρατικές υποθέσεις και στις 12 Νοεμβρίου, η Γερμανική Αυστρία ανακηρύχθηκε με νόμο ως δημοκρατικό κράτος και μέλος της νέας Γερμανικής Δημοκρατίας. Το σύνταγμα, που μετονόμαζε την κυβέρνηση σε Μπουντεσρεγκίρουνγκ (ομοσπονδιακή κυβέρνηση) και το κοινοβούλιο σε Νατσιονάλρατ (εθνική συνέλευση), ψηφίστηκε στις 10 Νοεμβρίου του 1920.

Με τη Συνθήκη του Αγίου Γερμανού το 1919, και για την Ουγγαρία με τη Συνθήκη του Τριανόν το 1920, επιβεβαιώθηκε και καθιερώθηκε η νέα τάξη στην κεντρική Ευρώπη, με τη δημιουργία νέων κρατών και τις αλλαγές συνόρων. Παρ´όλα αυτά, περισσότεροι από 3 εκατομμύρια γερμανόφωνοι Αυστριακοί βρέθηκαν εκτός των συνόρων της νέας Αυστρίας, στα νεοσύστατα επίσης κράτη της Τσεχοσλοβακίας, της Γιουγκοσλαβίας, της Ουγγαρίας και της Ιταλίας. Μεταξύ του 1918 και του 1919, η Αυστρία ήταν επίσημα γνωστή ως το Κράτος της Γερμανικής Αυστρίας. Οι δυνάμεις της Αντάντ δεν επέτρεψαν την ένωσή της με τη Γερμανία, αλλά αγνόησαν πλήρως και το όνομα Γερμανική Αυστρία στις συνθήκες ειρήνης που υπογράφησαν. Συνεπώς, στα τέλη του 1918, το όνομα άλλαξε σε Κράτος της Αυστρίας.

Μετά τον πόλεμο ο πληθωρισμός συνέβαλε στην υποτίμηση της κορώνας, που ήταν ακόμα το νόμισμα της Αυστρίας. Το φθινόπωρο του 1922, η Αυστρία έλαβε ένα διεθνές δάνειο υπό την εποπτεία της Κοινωνίας των Εθνών, με στόχο να αποφύγει τη χρεωκοπία και να σταθεροποιήσει το νόμισμά της βελτιώνοντας την οικονομία της. Με τη σύναψη του δανείου όμως, το κράτος έχασε μέρος της ανεξαρτησίας του στα οικονομικά θέματα, και το 1925 το νόμισμα αντικαταστάθηκε από το σελίνι, το οποίο αργότερα αναφερόταν και ως δολάριο των Άλπεων λόγω της σταθερότητάς του. Από το 1925 ως το 1929 η οικονομία απόλαυσε μία άνοδο μέχρι το παγκόσμιο κραχ.

Η πρώτη Αυστριακή δημοκρατία διήρκεσε μέχρι το 1933, όταν ο καγκελάριος Ένγκελμπερτ Ντόλφους, καθιέρωσε ένα αυταρχικό καθεστώς που προσομοίαζε τον ιταλικό φασισμό. Τα δύο μεγάλα κόμματα της περιόδου, οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Συντηρητικοί, είχαν παραστρατιωτικές οργανώσεις, και ξέσπασε ένας εμφύλιος πόλεμος. Το Φεβρουάριο του 1934, εκτελέστηκαν πολλά μέλη του στρατού των σοσιαλδημοκρατών, ενώ αρκετοί ανακηρύχτηκαν παράνομοι και φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν. Το Μάιο του ίδιου έτους, οι φασίστες καθιέρωσαν ένα νέο σύνταγμα, το οποίο ενίσχυε τη δύναμη του Ντόλφους, ο οποίος όμως δολοφονήθηκε τον Ιούλιο σε μία απόπειρα πραξικοπήματος από τους Ναζί. Ο διάδοχός του, Κουρτ Σούσινγκ, προσπάθησε να διατηρήσει την ανεξαρτησία της χώρας, ως ένα "καλύτερο γερμανικό κράτος", αλλά στις 12 Μαρτίου του 1938, η Αυστρία καταλήφθηκε από γερμανικά στρατεύματα, ενώ Αυστριακοί Ναζί κατέλαβαν την εξουσία. Στις 13 Μαρτίου ανακηρύχθηκε επίσημα η Άνσλους, η Ένωση, δηλαδή, της Αυστρίας με τη Γερμανία, και δύο μέρες μετά ο Χίτλερ, Αυστριακός στην καταγωγή, ανακοίνωσε την επανένωση των δύο κρατών στη Βιέννη. Με ένα οργανωμένο δημοψήφισμα η ένωση επικυρώθηκε τον Απρίλιο του 1938.

Εθνογλωσσικός χάρτης της Αυστροουγγαρίας το 1910

Χάρτης της Αυστροουγγαρίας

Η Αυστρία ενσωματώθηκε στο Τρίτο Ράιχ και δεν ήταν πλέον ανεξάρτητη. Η ονομασία της από τους Ναζί ήταν Όστμαρκ, μέχρι το 1942, όταν ονομάστηκε Άλπεν-Ντόναου-Ραϊχσγκάουε. Η Βιέννη καταλήφθηκε στις 13 Απριλίου του 1945 από τους Σοβιετικούς, λίγο πριν την κατάρρευση του Τρίτου Ράιχ. Μία προσωρινή κυβέρνηση με την έγκριση των Σοβιετικών, ανακοίνωσε την απόσχιση από το Ράιχ και την ανεξαρτησία της Αυστρίας στις 27 Απριλίου του 1945. Ο συνολικός αριθμός των στρατιωτών που σκοτώθηκαν στον πόλεμο ανερχόταν στις 260.000, ενώ τα θύματα του ολοκαυτώματος στην Αυστρία στις 65.000.

Όπως και η Γερμανία, η Αυστρία διαχωρίστηκε σε τέσσερις τομείς με βρετανική, γαλλική, ρωσική και αμερικανική διοίκηση, ενώ συνολικά διοικούταν από τη Συμμαχική Επιτροπή για την Αυστρία. Όπως προβλεπόταν στη Συνθήκη της Μόσχας το 1943, η αντιμετώπιση της Αυστρίας ήταν διαφορετική από τους Συμμάχους. Η Αυστριακή κυβέρνηση, αποτελούμενη από σοσιαλδημοκράτες, συντηρητικούς και κομμουνιστές, και με έδρα τη Βιέννη στο Σοβιετικό τομέα, αναγνωρίστηκε από τους δυτικούς Συμμάχους τον Οκτώβριο του 1945, αποφεύγοντας έτσι τη δημιουργία μίας δυτικής Αυστρίας. Γενικά, η χώρα αντιμετωπίστηκε ως ένα κράτος που είχε καταληφθεί από τη Γερμανία και απελευθερώθηκε από τους Συμμάχους.

Μετά από μακροχρόνιες συνομιλίες και τον Ψυχρό πόλεμο, η Αυστρία ανέκτησε την πλήρη ανεξαρτησία της στις 15 Μαΐου του 1955 με τη Συνθήκη του Αυστριακού Κράτους που υπέγραψαν και οι τέσσερις συμμαχικές δυνάμεις. Στις 26 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, η χώρα ανακήρυξε τη μόνιμη ουδετερότητά της, η οποία ισχύει ως και σήμερα, αν και με μικρές τροποποιήσεις για την είσοδό της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το πολιτικό σύστημα της δεύτερης δημοκρατίας βασίζεται στα συντάγματα του 1920 και 1925, όπως επαναδιατυπώθηκαν το 1945. Από το 1945 μονοκομματική κυβέρνηση υπήρχε μόνο το διάστημα 1966-70 και το 1970-83, ενώ όλες τις άλλες περιόδους η χώρα κυβερνιόταν από συνασπισμούς κομμάτων. Η Αυστρία έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 1995, ενώ από το 2008, ως μέλος της Συνθήκης Σένγκεν, η Αυστρία ελέγχει μόνο τις συνοριακές διελεύσεις με το Λίχτενσταϊν.

Γεωγραφία

Περίπου το 60% της συνολικής της έκτασης καλύπτεται από τις Άλπεις και άλλα μικρότερα βουνά. Ομαλότερο είναι το ανάγλυφο στα ανατολικά - βορειοανατολικά της χώρας όπου εκτείνεται η πεδιάδα του Δούναβη. Στο κέντρο εκτείνεται η οροσειρά του Ψηλού Τάουερν, με την ψηλότερη κορυφή της χώρας, το Γκροσγκλόκνερ με ύψος 3.798 μέτρων, οι Άλπεις Έτσταλερ με μεγαλύτερη κορυφή την Βιλντσπίτζε (3.770 μέτρα), οι Άλπεις Στουμπάιερ και οι Νορικές Άλπεις. Στον νότο εκτείνονται οι Καρνικές Άλπεις και οι Άλπεις Καραβάνκεν με κορυφές άνω τον 3.000 μέτρων.

Τα περισσότερα ποτάμια της Αυστρίας πηγάζουν από τις Άλπεις και κατεβαίνουν από πλαγιές ορμητικές. Η λεκάνη του Δούναβη είναι η πιο εύφορη αυστριακή πεδιάδα. Ο Δούναβης έχει στην Αυστρία μήκος 350 χιλιομέτρων και είναι πλωτός. Παραπόταμοί του είναι ο Ινν, ο Ενς και ο Τράουν. Η Αυστρία δεν έχει μεγάλες λίμνες. Η μεγαλύτερη βρίσκεται στο νότο της χώρας. Η λίμνη Νόιζοντλερ έχει έκταση 350 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ενώ η λίμνη Κωνσταντία, στα σύνορα με την Ελβετία και την Γερμανία, ανήκει στην Αυστρία μόνο κατά το 15%. Η μεγαλύτερη πόλη είναι η Βιέννη με 1.800.000 κατοίκους περίπου, ενώ ακολουθεί το Γκρατς με 250.000, το Λιντς με 188.000 και το Σάλτσμπουργκ με 145.000.

Για περισσότερες πληροφορίες δείτε εδώ